Τρίτη 25 Μαρτίου 2014

Ο κύκλος της φύσης





Τέτοιες ηλιόλουστες μέρες δεν σου αφήνουν περιθώρια για περαιτέρω σκέψεις και αναλύσεις. Ούτε για τις πράξεις του χθες και τις ανησυχίες του αύριο. Το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να  ευχαριστηθείς τη μέρα με ανθρώπους που αγαπάς και να αφήσεις τις κλάψες για αργότερα  ή ακόμα καλύτερα άσε τις κλάψες γενικά.

Τα ανθισμένα λουλούδια, οι φράουλες  και το γεγονός ότι σε λίγες μέρες θα αρχίσουν τα μακροβούτια  στις παραλίες   σε κάνουν να σκέφτεσαι αισιόδοξα.
 
Μάλλον αυτή η μιζέρια των προηγούμενων μηνών θα έχουν να κάνουν με τη εποχή και όχι με τον εαυτό μας και τα δήθεν προβλήματα (το ελπίζω). Οπότε άφησε τον χειμώνα και υποδέξου με το καλύτερο χαμόγελο σου  την άνοιξη  γιατί το αύριο είναι εκεί και σε περιμένει χωρίς  αποσκευές την απαισιοδοξία  και τη μιζέρια σου. Πάρε τις καλές αναμνήσεις  και τους ανθρώπους σου  και ξεκίνα με προορισμό το αύριο ή ίσως και ένα πάρκο.

Μπορεί ο χειμώνας να ήταν καταστροφικός και στο διάβα του να μην άφησε τίποτα από ότι  είχε δημιουργηθεί τη περασμένη άνοιξη, αλλά η άνοιξη πάντα επιστρέφει και   δεν σταματά να ανθίζει . Έτσι είναι η φύση και ένας χειμώνας δεν θα σταματήσει το κύκλο της. Έτσι και εσύ μάζεψε τα κομμάτια σου και άνθισε.

Γιατί κανένας δεν σταμάτησε να ζει από έναν χειμώνα.




Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2014

Το κορίτσι.



Και πέρναγαν οι μέρες. Άλλες ανυπόφορες και άλλες υποφερτές δίχως όμως να τη κάνουν να ξεχάσει.. Άλλες πληκτικές και  άλλες τόσο  ζωντανές που την έκαναν να νιώθει τόσο  ευτυχισμένη   και  ξεχνιόταν μέσα στη ζεστασιά τους.

 Ο χρόνος όμως περνούσε, συνέχεια περνούσε και οι αγωνίες του σήμερα αντικαταστούσαν του χθες. Και τα βαρετά πρωινά του παρελθόντος της θύμιζαν τη χαρά  που περίμενε να της φέρει το αύριο. Kαι κάτι  πρωινά μουντά που χτύπαγαν υστερικά  σαν καμπανάκια στο μυαλό της έδειχνα  την αδράνειά εκείνων των ημερών   που τόσο μισούσε. Προσπαθούσε να ξεφύγει από όλα αυτά  τρέχοντας μέσα στο χρόνο λες και αν έτρεχε, θα εξαφανίζονταν όλα δια μαγείας...  
Αυτή η βιασύνη και η  ανυπομονήσια που την τριγύριζε.. Ανυπομονούσε τόσο να τελειώσει ό,τι άρχιζε  και λαχταρούσε να ξεκινήσει η ζωή της ,το αύριο.  
Καθώς έτρεχε το καλοκαίρι έκανε προσπάθειες να τη φτάσει  ένα πρωινό  ή ετσι ήθελε να πιστεύει.. 
 Ο ήλιος  την άγγιζε στο πρόσωπο με  τη ζέστη του  να τη καίει  τόσο γλυκά  που πίστευε ότι η θάλασσα την πλησίαζε και αγγίζε τα πόδια της. Ευχόταν  το άγγιγμα της θάλασσας  να απομάκρυνε  τα πάντα στο πέρασμά της αλλά δεν το έκανε.
Κάτω από  τα ρούχα της ένιωθε να κρύβεται  ένα μαγιό και ένα   κορίτσι που προσπαθούσε να βγεί έξω και να σταματήσει αυτό το ανούσιο τρέξιμο. Το κορίτσι κάτω από τα ρούχα της ήταν γνώριμο... Ήταν ένα κορίτσι που περνούσε όμορφα τότε , που δεν νοιαζόταν για τίποτα , που ζούσε, που αγαπούσε και δεν της άρεσε να τρέχει από καταστάσεις. Ήταν το κορίτσι που ήξερε πως μόνο αντιμετωπίζοντας τη ζωή σταματάς το τρέξιμο αλλά δεν μπορούσε να κάνει τίποτα γιατί ήταν παγιδευμένη και φοβισμένη. Γιατί το τώρα  της φαινόταν περίεργο , δυστυχισμένο , σκοτεινό και πληκτικό. Για αυτό και εκείνη έτρεχε συνέχεια να ξεφύγει.. 
Δεν ξέρει τι να κάνει μου είπε μια μέρα. Δεν ξέρει γιατί νιώθει έτσι. Πιστεύει πως η  ευτυχία της παίζει κρυφτό  και της κρύβει το καλοκαίρι της. Η ευτυχία είναι επίσης πιο γρήγορη στο τρέξιμο  και  το να τη φτάσει της φαίνεται ακατόρθωτο. Όποιος τη φτάσει  να της την φέρει μου είπε , της ανήκει... την χρειάζεται.

  







Παρασκευή 3 Ιανουαρίου 2014

O χειρότερος φίλος


Τον έπιασα να με κοιτάζει με την άκρη του ματιού του καθώς πέρασε από μπροστά μου. Δεν μίλησε ούτε και εγώ βέβαια. Περίμενα να μιλήσει πρώτος , να  με χαιρετήσει, να πει μια κουβέντα,να με φιλήσει, να με αγκαλιάσει, μου το χρώσταγε. Άκουσα το όνομά μου και μια φλόγα άναψε μέσα μου,  μικρή αλλά μπορούσε να σε κάψει. Αυτός ήταν. Τον χαιρέτησα με μια τρεμάμενη φωνή. Δεν με πλησίασε. Απομακρύνθηκε  παραβαίνοντας την υπόσχεσή του. Πήγα κοντά του τον αγκάλιασα, τον φίλησα αλλά η μυρωδιά του δεν ήταν ίδια. Το καλοκαίρι μύριζε γλυκά, σε ζάλιζε το άρωμα αυτό, όμως δεν μυρίζει έτσι πια. Άλλαξε η στάση του απέναντί μου, άλλαξε και η μυρωδιά του. Γιατί; Γιατί άλλαξε; Μου υποσχέθηκε ότι δεν θα χανόμασταν. Γιατί δεν κράτησε την καταραμένη υπόσχεση; Γιατί έπρεπε να με αφήσει έτσι; Δεν θα μάθω ποτέ. Δεν θα τον μάθω ποτέ. Ίσως τον δω κάπου τυχαία.Τότε που με γύρισε στο σπίτι. Τι αμήχανα που ήταν! Δεν είχα σταματήσει να μιλάω, ένιωθα τόσο αμήχανα που δεν σταμάταγα να κάνω σαρδάμ.Ίσως να κατάλαβε ότι ένιωθα αμήχανα.  Και αυτός μου έλεγε για την άλλη. Προσποιούμουν ότι δεν είχα πρόβλημα, είχα όμως.Αυτός σιγά μην είχε.  Φίλοι είμαστε γιατί να είχε πρόβλημα; Γιατί να ΕΊΧΑ πρόβλημα;  Οι φίλοι τα λένε όλα Χρύσα. Οι φίλοι είναι άνετοι μεταξύ τους. Οι φίλοι ανάβουν φωτιές. Οι φίλοι...